Στο
διήμερο συνέδριο με θέμα «Μετάβαση: Η ώρα μετά την εξάντληση του λιγνίτη», που
πραγματοποιήθηκε στην Πτολεμαΐδα στις 09 και 10 Ιουλίου 2012, συμμετείχε ο
Δήμαρχος Φλώρινας και μέλος του Δικτύου Ενεργειακών Δήμων κ. Γιάννης Βοσκόπουλος.
Η
ημερίδα πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Δικτύου Ενεργειακών Δήμων Ελλάδας
και με τη συμμετοχή του Γενικού Προξενείου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της
Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη, της αντιπροσωπείας του ιδρύματος Friedrich Ebert
Stiftung στην Αθήνα, του Ελληνο-γερμανικού
εμπορικού επιμελητηρίου και του γραφείου της Ελληνο-γερμανικής συνάντησης στη
Θεσσαλονίκη.
Ο
κ. Βοσκόπουλος πραγματοποίησε εισήγηση με θέμα «Ενέργεια και Τοπική
Αυτοδιοίκηση. Σύνθεση ή Αντίθεση;», στην ενότητα με θέμα «Βιώσιμη ενεργειακή
πολιτική- μια πρόκληση για τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης», στην οποία
είπε:
«
Πριν την εισήγηση μου, θα ήθελα να αναφέρω τα εξής: έχοντας ακούσει με προσοχή
τις τοποθετήσεις των συναδέρφων από τη Γερμανία, διαπιστώνει κανείς εύκολα,
πόση διαφορά υπάρχει ανάμεσα στη νοοτροπία των δύο χωρών. Στην Ελλάδα, αν
κάποιος αποφασίσει να κάνει μια επένδυση, δυστυχώς θα κατακριθεί. Ως Δήμοι,
δυστυχώς δεν είμαστε στο μηδέν, αλλά στο μείον, καθώς δεν έχουμε τη
συμπαράσταση της πολιτείας, με αποτέλεσμα η κάθε μας προσπάθεια να γίνεται με
δειλά βήματα, μόνοι μας και χωρίς χρήματα.
Στο
Δήμο Φλώρινας, αξιοποιώντας τα ευρωπαϊκά προγράμματα, έχουμε ξεκινήσει την
τοποθέτηση των φωτοβολταϊκών σε δημόσια κτίρια, προσπαθούμε να λειτουργήσουμε το
κολυμβητήριο μας, το οποίο έχει κατασκευαστεί εδώ και τέσσερα χρόνια και δε
λειτουργεί, διότι το κόστος είναι δυσβάσταχτο. Επίσης, αυτές τις μέρες θα
υποβληθεί επιτέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο τελικός φάκελος του έργου της
τηλεθέρμανσης της Φλώρινας, την οποία ευελπιστούμε να προχωρήσουμε άμεσα και να
μπορέσουμε να βρούμε τα 15.000.000,00€ που απαιτούνται για την ίδια συμμετοχή
του Δήμου Φλώρινας και με τη βοήθεια της πολιτείας.
Κυρίες
και κύριοι σύνεδροι,
Θέλω
κι εγώ ως Δήμαρχος του Δήμου Φλώρινας, να σας καλωσορίσω στο φιλόξενο τόπο μας
και να σας ευχηθώ καλή διαμονή στη Δυτική Μακεδονία.
Η
ευρύτερη περιοχή της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και ειδικότερα ο Νομός
Φλώρινας αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους ενεργειακούς πόλους της χώρας,
λόγω των κοιτασμάτων λιγνίτη που υπάρχουν στην περιοχή και των εργοστασίων
παραγωγής ενέργειας που λειτουργούν στη βάση της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων.
Εδώ και μερικές δεκαετίες η μεγαλύτερη παραγωγική δραστηριότητα που
πραγματοποιείται στην περιοχή είναι η παραγωγή ενέργειας. Η παραγωγική αυτή
δραστηριότητα έχει σημαδέψει τον τόπο, θετικά και αρνητικά.
Από
τη μια η απασχόληση στη ΔΕΗ και οι παράλληλες δραστηριότητες, έχουν βοηθήσει
στην αποφυγή της ερήμωσης της περιοχής με τη δημιουργία χιλιάδων θέσεων
εργασίας.
Από
την άλλη όμως, η εξόρυξη του λιγνίτη και η λειτουργία των εργοστασίων της ΔΕΗ
επέφεραν δυσμενέστατες επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον του τόπου: την
υποβάθμιση του υδροφόρου ορίζοντα, την πτώση της στάθμης της λίμνης
Βεγορίτιδας, τη μόλυνση του αέρα που αναπνέουμε, με άμεσες αρνητικές επιπτώσεις
στην υγεία των κατοίκων, τη δημιουργία «πληγών» στο πρόσωπο της γης με την
εκσκαφή τεράστιων ποσοτήτων λιγνίτη από τα ορυχεία, χωρίς να έχει αποκατασταθεί
η περιοχή, τη δημιουργία του ρήγματος Φανού – Ξινού Νερού – Βαλτονέρων, που
εγκυμονεί κινδύνους αφανισμού ολόκληρων χωριών και είναι υπεύθυνο για
εκτεταμένες ζημιές στο δομημένο περιβάλλον των γύρω οικισμών, την καταστροφή
πολλών γεωτρήσεων για τις αγροτικές αρδεύσεις με σοβαρές αρνητικές συνέπειες
στην τοπική οικονομία.
Αποτιμώντας
σήμερα την επίδραση της ΔΕΗ στην περιοχή είναι δύσκολο να εξαχθούν ασφαλή
συμπεράσματα και οι γνώμες στην τοπική κοινωνία διίστανται για τον θετικό ή
αρνητικό αντίκτυπο της παραγωγής ενέργειας στον τόπο. Κυρίως, γιατί τα
αντισταθμιστικά οφέλη ήταν ελάχιστα για την ανάπτυξη της περιοχής και την
βελτίωση της ποιότητας ζωής αλλά και την αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος
μας. Ως αυτοδιοίκηση περιοριστήκαμε σε ένα παθητικό ρόλο, που ενθάρρυνε τους
αντισυμβαλλόμενους να εφαρμόζουν τη δική τους πολιτική, η οποία πολλές φορές
ήταν άδικη και προκλητική. Κατ’ ευφημισμό ήταν τα αντισταθμιστικά και
εξυπηρετούσαν βασικά ανάγκες της κεντρικής εξουσίας. Δεν μπορεί η περιοχή μας
να αποτελεί το μεγαλύτερο κέντρο παραγωγής ενέργειας και να της δίνουν ψιχία.
Γι’ αυτό οι πολίτες αντιδρούν στην κατασκευή οποιασδήποτε μονάδας, όσο
αντιρρυπαντική και αν είναι. Ο τόπος μας χρειάζεται το τέλος εξόρυξης, το
ειδικό αναπτυξιακό τέλος να μένουν εδώ που οι πληγές στο περιβάλλον είναι αιτία να χάνονται ζωές. Χρειάζεται
ο πολίτης της Δυτικής Μακεδονίας, γιατί όχι, δωρεάν παροχή ηλεκτρικής
ενέργειας, για να αισθάνεται στην ουσία την αναγνώριση από την πολιτεία της
θυσίας που κάνει, που χάνει μέρος της ζωής του.
Το
μεγάλο ερώτημα είναι, μπορεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση να συγκεράσει τα θετικά με
τα αρνητικά της παραγωγής ενέργειας, ώστε το τελικό πρόσημο να είναι θετικό και
υπέρ της ποιότητας ζωής, της προστασίας του περιβάλλοντος και της ανάπτυξης του
τόπου μας ταυτόχρονα;
Η
παραγωγή ενέργειας στον τόπο μας από τις μονάδες της ΔΕΗ είναι απαραίτητη
προκειμένου να διατηρηθεί ο κοινωνικός ιστός και να μην υπάρξουν μαζικά
φαινόμενα εγκατάλειψης του τόπου από τους νέους ανθρώπους που δεν θα έχουν
δουλειά. Παράλληλα, δεν μπορεί η περιοχή μας να γίνεται κρανίου τόπος από την
ανεξέλεγκτη εξόρυξη του λιγνίτη, χωρίς να τηρούνται οι περιβαλλοντικοί
όροι. Δεν μπορεί το καθαρό τελικό προϊόν
να το καρπούται το σύνολο της χώρας και εμείς εδώ να αφιστάμεθα τις συνέπειες
της ρύπανσης χωρίς αντισταθμιστικά οφέλη.
Πιστεύουμε
ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να συμβάλλει στην άμβλυνση των αρνητικών
επιπτώσεων της εξορυκτικής δραστηριότητας, μέσα
από ένα συγκεκριμένο σχέδιο περιφερειακής ενεργειακής πολιτικής και
πρόγραμμα δράσης της Τοπικής αυτοδιοίκησης, συμμετέχοντας ενεργά και ισότιμα με
την ιδιωτική πρωτοβουλία, στον ενεργειακό τομέα.
Η σπουδαιότητα του συγκεκριμένου ζητήματος είναι
τεράστιας σημασίας για το μέλλον, την προοπτική και την ανάπτυξη του τόπου. Οι
χιλιάδες των θέσεων απασχόλησης που υπάρχουν στη συγκεκριμένη δραστηριότητα
είναι μεγάλης σημασίας για την οικονομική και εργασιακή πορεία της περιοχής. Σε
καμία περίπτωση δεν πρέπει να χαθεί έστω και μια θέση απασχόλησης, όταν μάλιστα
η ανεργία στην περιοχή μας τρέχει με 30%. Η κοινωνική συμφωνία που υπέγραψε η
τοπική κοινωνία με τη ΔΕΗ ΑΕ και την πολιτεία θα πρέπει να συνεχίσει να
λειτουργεί και να είναι ο συνδετικός κρίκος για την ανάπτυξη και τη δημιουργία
νέων θέσεων απασχόλησης.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση στην περιοχή μας αλλά και στη
Δυτική Μακεδονία για πολλά χρόνια
παρέμενε προσηλωμένη στη λογική των υπομνημάτων και των εγγράφων,
περιμένοντας από ένα κράτος
γραφειοκρατικό χωρίς συγκεκριμένη ενεργειακή και αναπτυξιακή
περιφερειακή πολιτική, να την ακούσει.
Είναι γεγονός πως η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν μπόρεσε να
πείσει τον πολίτη και να τον κάνει συμμέτοχο στις αποφάσεις της και
συμπαραστάτη στο διεκδικητικό της πλαίσιο. Κι αυτό γιατί δεν είχε συγκεκριμένο
αναπτυξιακό πλάνο στον τομέα της ενέργειας. Έλεγε ναι ή όχι σ’ αυτό που της
πρότεινε η κεντρική εξουσία, χωρίς να έχει εναλλακτικές λύσεις και προτάσεις.
Έτσι δημιουργήθηκε η ΔΕΗ που είναι και σήμερα πηγή ζωής αλλά και εφιάλτης της
περιοχής μας.
Εμείς,
οι άνθρωποι της Αυτοδιοίκησης, έχουμε τη βαθιά πεποίθηση ότι η ριζική
αποκέντρωση σε όλους τους τομείς, απελευθερώνει δημιουργικές δυνάμεις,
κινητοποιεί τους ίδιους τους πολίτες, ότι το μέλλον της περιφερειακής ανάπτυξης
και της ισχυρής Αυτοδιοίκησης δεν είναι υπόθεση μόνο των αιρετών, αλλά ότι
αποτελεί το κεντρικό πολιτικό ζήτημα της χώρας. Θα έλεγα ότι είναι το στοίχημα
για την ανάπτυξη και την έξοδο μας από την οικονομική κρίση.
Η
όξυνση των γνωστών προβλημάτων τα οποία απειλούν την περιβαλλοντική μας
ισορροπία, οι αλλεπάλληλες πετρελαϊκές κρίσεις, σε συνδυασμό με την εξάντληση
του λιγνίτη, επιβάλουν την ανάγκη να εφαρμοσθεί μια νέα ενεργειακή πολιτική που
θα απαντά στις επιταγές τού πρωτόκολλου του Κιότο, θα έχει περιφερειακό
χαρακτήρα, αξιοποιώντας από την τοπική αυτοδιοίκηση τα ενεργά διαθέσιμα, όπως
είναι ο λιγνίτης, και τις ΑΠΕ.
Βεβαίως έχοντας πάντα ως
πυλώνα τη διαπίστωση ότι η κατανάλωση των ανανεώσιμων και των μη
ανανεώσιμων πόρων δεν πρέπει να υπερβαίνει τα όρια που είναι σε θέση να αντέξει
το περιβάλλον.
Αυτός
ο ενεργειακός αναπροσανατολισμός επιβάλλει ανατρεπτικές αλλαγές στον τρόπο που
ζούμε, στον τρόπο παραγωγής των αγαθών που καταναλώνουμε, στη στάση ζωής
απέναντι στην ενέργεια και στον τρόπο κατανάλωσής της, ενώ συγχρόνως μας
στρέφει προς την αναζήτηση νέων
κατευθύνσεων στον τομέα της ενέργειας, στους ανανεώσιμους ενεργειακούς πόρους.
Κι εδώ ο ρόλος μας ως Αυτοδιοίκηση είναι καθοριστικός. Η Αυτοδιοίκηση επειδή
είναι ο κοντινότερος φορέας στον πολίτη και ο μοναδικός που έχει άμεση και
καθημερινή επαφή με τον πολίτη, μπορεί να τον κάνει συμμέτοχο στην ενεργειακή
δραστηριότητα. Μπορεί να αμβλύνει τις αντιθέσεις και να συνθέσει τις
διαφορετικές απόψεις.
Υπάρχει όμως εδώ
μια συνιστώσα εξαιρετικά σημαντική. Αυτή της περιφερειακής στρατηγικής στον
κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας και της εφαρμογής περιφερειακής ενεργειακής
πολιτικής που θα στηρίζεται στην Αυτοδιοίκηση.
Είναι απαραίτητο
ως κοινωνία να γνωρίζουμε, αυτό που αποτελεί βασική αρχή του ενεργειακού
σχεδιασμού, ότι δηλαδή, όλες οι αποφάσεις στο χώρο της ηλεκτρικής ενέργειας,
ανεξάρτητα από το ποιος τις παίρνει, από την Πολιτεία μέχρι τον τελευταίο
πολίτη, οφείλουν να είναι λύσεις σε ένα πρόβλημα με τρείς πυλώνες, την ασφάλεια
εφοδιασμού σε ηλεκτρική ισχύ και ενέργεια, την παροχή υπηρεσιών υψηλής
ποιότητας σε ανταγωνιστικές τιμές σε βάθος χρόνου, και το σεβασμό στο
περιβάλλον.
Και είναι ακόμα
μεγαλύτερη η ευθύνη για μας γιατί οι πρωτοβουλίες αυτές έχουν στο επίκεντρο το
πολίτη , το Δημότη μας .Έχουμε κι εμείς
τη δική μας ευθύνη στο να δημιουργήσουμε ένα νέο πρότυπο ενεργειακής
περιφερειακής πολιτικής, με μια διαφορετική συμπεριφορά του πολίτη.
Γνωρίζουμε πολύ καλά το σημερινό ενεργειακό μοντέλο βασίζεται στην ανεξέλεγκτη
και ίσως σπάταλη κατανάλωση ενέργειας που οδηγεί στην ταχεία εξάντληση των
ενεργειακών πόρων και στη υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Που η Αυτοδιοίκηση
είναι δέκτης παραπόνων και τίποτε άλλο.
Απαιτείται να
διδαχθούμε από τα παραδείγματα χωρών όπως η Αυστρία , η Δανία, η Γερμανία , η
Σουηδία , όπου στην παραγωγή και τη
διάθεση της ενέργειας παίζουν σημαντικό ρόλο πέρα από το κράτος και τους
ιδιώτες και οι Δημοτικές Επιχειρήσεις
και όπου η Αυτοδιοίκηση είναι ο κύριος διαμορφωτής της ενεργειακής πολιτικής
και συμπεριφοράς.
Μπορεί η
Αυτοδιοίκηση να αποτελέσει τον βασικό παράγοντα
δημοκρατικού προγραμματισμού και διαβούλευσης στη χωροθέτηση ενεργειακών
επενδύσεων. Να προγραμματίσει τη τοπική ανάπτυξη, να εκφράσει τις απόψεις της
τοπικής κοινωνίας, να διαμορφώσει την
κοινή γνώμη , να γίνει η τράπεζα απόψεων φορέων και
πολιτών και να παίξει τον
εξισορροπιστικό ή συνθετικό της ρόλο στις αντικρουόμενες πολλές φορές απόψεις.
Η
ανάπτυξη και η χρήση εναλλακτικών μορφών ενέργειας είναι εξαιρετικά σημαντική και πρέπει να
είναι μία από τις άμεσες προτεραιότητες
μας. Και εδώ να επισημάνουμε ότι το τέλος για τις ΑΠΕ δεν μπορεί να
παράγεται στον τόπο μας, τη Δυτική Μακεδονία και να διατίθεται ως στήριξη ανά
την Ελλάδα στις δραστηριότητες των ΑΠΕ. Πρέπει να παραμείνει στον τόπο μας και
να ενισχύσει την Αυτοδιοίκηση στις δραστηριότητες στις ΑΠΕ.
Ο
σύγχρονος τρόπος ζωής μπορεί να διαμορφωθεί έτσι, ώστε να μην υποβαθμίζεται το
περιβάλλον. Και σ’ αυτήν την προσπάθεια τον πρώτο λόγο έχει σαφώς η ανάπτυξη
νέων, φιλικών προς το περιβάλλον, τεχνολογιών, που εκτιμώ ότι μόνο η
αυτοδιοίκηση μπορεί να πραγματοποιήσει αξιόπιστα.
Κι επειδή οι καιροί είναι πονηροί εν μέσω
οικονομικής κρίσης, η τοπική αυτοδιοίκηση επιβάλλεται να πρωτοστατήσει στις
εξελίξεις στον τομέα της ενέργειας. Ένας τομέας «φιλέτο» όπως λένε πολλοί που
δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά σ’ αυτόν.
Η
Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας απαντά στις ανάγκες και τις προκλήσεις των καιρών
με τον έγκαιρο προσανατολισμό της στις εναλλακτικές και ανανεώσιμες πηγές
ενέργειας και μετεξελίσσεται σε Κόμβο
της Ενεργειακής Εγνατίας διασφαλίζοντας σήμερα μια νέα αναπτυξιακή προοπτική,
με μέτρο πάντα τον άνθρωπο και με
απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον.
Ο
τομέας της ενέργειας έχει μετεξελιχθεί σε ένα πεδίο έντονου
προβληματισμού και ευαισθησίας των πολιτών για το περιβάλλον και την ποιότητα
ζωής τους.
Από
τη μια υπάρχει η ανάγκη της εξοικονόμησης ενέργειας σε εθνικό επίπεδο και από
την άλλη η συνεχώς αυξανόμενη ευαισθησία των φορέων και των πολιτών σχετικά με
τις επιπτώσεις της παραγωγής ενέργειας στο περιβάλλον, έχουν φέρει την
ενεργειακή πολιτική και το μέλλον του τόπου μας στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος
και της τοπικής κοινωνίας.
Αν
θεωρήσουμε βασικό πρόβλημα του Νομού μας, αυτό της ανεργίας, καταλαβαίνει
κανείς γιατί η λειτουργία ΑΗΣ και λιγνιτωρυχείων γίνεται αποδεκτή πολλές φορές
χωρίς αντιδράσεις.
Είναι
γεγονός ότι το ενεργειακό ζήτημα είναι εξαιρετικά περίπλοκο και επίσης είναι
γεγονός ότι δεν υπάρχει ιδανική λύση.
Προς το παρόν, η άμεση απεξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα δεν είναι εφικτή
και πρέπει να καταλάβουμε ότι οι ΑΠΕ δεν
είναι πανάκεια.
Η
εφαρμογή καινούριων τεχνολογιών λύνει κάποια προβλήματα, αλλά με τη σειρά της
δημιουργεί καινούρια.
Θα
πρέπει λοιπόν, να επιλέξουμε το λιγότερο κακό. Κι αυτό προσπαθούμε να κάνουμε
με τις δραστηριότητες του Δικτύου Ενεργειακών Δήμων, με τις προτάσεις μας,
έχοντας πάντα υπόψιν μας το φυσικό περιβάλλον και την ανάπτυξη συνολικά της
Δυτικής Μακεδονίας.
Οι
προτάσεις μας ως Δίκτυο Ενεργειακών Δήμων είναι συγκεκριμένες και υλοποιήσιμες,
οι οποίες θέτουν προ των ευθυνών τους
όλους, κράτος, πολίτες, Αυτοδιοίκηση. Κυρίως θα έλεγα εμάς τους ανθρώπους της
Αυτοδιοίκησης. Είναι η ώρα που χρειάζεται και πρέπει εμείς ως Τοπική Αυτοδιοίκηση να υιοθετήσουμε
την ευρωπαϊκή και εθνική στρατηγική και να τη μετατρέψουμε σε δέσμευση και
καθημερινή πράξη, ως κοινωνία των
πολιτών
Να
αναλάβουμε πρωτοβουλίες και δράσεις, ώστε η περιφερειακή ενεργειακή πολιτική να
γίνει πράξη. Η ανάπτυξη της περιφέρειας μας να στηριχτεί στη νέα οργανωμένη
πολιτική δράση προς όφελος της
κοινωνίας, πάντα με περιβαλλοντική ευαισθησία
και σεβασμό στην ποιότητα ζωής των πολιτών μας.
Σας
ευχαριστώ».
Φλώρινα,
11-07-2012
Δελτίο
Τύπου Δήμου Φλώρινας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια γίνονται για ενημέρωση των αναγνωστών μας. Η ευθύνη των σχολίων, αστική και ποινική, βαρύνει τους σχολιαστές.