Στο θέμα της θεσμοθέτησης του Κέντρου Ποιοτικού
Ελέγχου, Ταξινόμησης και Τυποποίησης Βάμβακος Θεσσαλίας, ως επίσημου φορέα
ταξινόμησης του προϊόντος για τη χώρα και στην καθιέρωση εθνικού προγράμματος
ελέγχου ποικιλιών στην παραγωγή και αγορά βάμβακος, επανέρχεται με νέα ερώτησή
του προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ο βουλευτής Κοζάνης κ. Γ. Κασαπίδης, καθώς η απάντηση που
έλαβε δεν άγγιζε την ουσία του ζητήματος.
Με
στόχο την επαναφορά του ελληνικού βάμβακος στην κατηγορία της άριστης ποιότητας
και την περαιτέρω ενδυνάμωση της καθετοποίησης στην παραγωγική διαδικασία στη
χώρα και με απώτερο σκοπό τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του προϊόντος
διεθνώς, την αποκατάσταση του κύρους του στην παγκόσμια αγορά και πολλαπλά
οφέλη για όλους τους εμπλεκόμενους με την εν λόγω δραστηριότητα, ο κ. Κασαπίδης ζητά από τον Υπουργό να
λάβει ξεκάθαρες και εθνικά ωφέλιμες αποφάσεις.
Παρακάτω
ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης:
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τον Υπουργό: Αγροτικής
Ανάπτυξης & Τροφίμων
κ. Αθανάσιο Τσαυτάρη
Θέμα: ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΣΗ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΦΟΡΕΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ
ΒΑΜΒΑΚΟΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
Με
το υπ’ αριθμ. 408/10-01-13 έγγραφό σας ως απάντηση σας στην ερώτηση έξι
βουλευτών σχετικά με τη θεσμοθέτηση επίσημου φορέα βάμβακος στη χώρα, δεν
απαντάτε στην ουσία του ερωτήματός μας.
Επειδή στον πρωτογενή
τομέα στην πατρίδα μας χρειάζεται άμεσα εθνική στρατηγική με ξεκάθαρες και
δραστικές αποφάσεις,
Επειδή το βαμβάκι
είναι από τα βασικά προϊόντα της πατρίδας μας,
Επειδή ο προσανατολισμός
και οι εφαρμογές της ελληνικής γεωργίας, άρα και της βαμβακοκαλλιέργειας
οφείλουν να στοχεύουν στην ποιοτική παραγωγή,
Επειδή η ταξινόμηση
του βάμβακος οδηγεί στην ποιοτική κατηγοριοποίηση του, άρα στη βελτίωση της
ποιότητας και της τιμής του,
Επειδή το πετυχημένο
μοντέλο των Η.Π.Α. για την οργάνωση της καλλιέργειας και της παραγωγής βάμβακος
έχει ως καθοριστική παράμετρο την ταξινόμηση του προϊόντος από επίσημες
κρατικές αρχές,
Επειδή το ελληνικό βαμβάκι
προωθείται στην αγορά χωρίς επίσημη ταξινόμηση,
Επειδή από το 1990 και
μετά έχει χάσει την καλή του φήμη στη διεθνή αγορά και έχει μετατοπιστεί η
αγορά του από χώρες της Ε.Ε. σε αγορές των χωρών του τρίτου κόσμου με αρνητικές
συνέπειες στην τιμή του,
Επειδή, λόγω του υψηλού
κόστους παραγωγής σε σχέση με τις χώρες του τρίτου κόσμου, ο μόνος δρόμος για
τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς του είναι η παραγωγή ενός ταξινομημένου και
τυποποιημένου προϊόντος για την επαναφορά της καλής φήμης του στην αγορά που
ήταν μέχρι το 1989 και την ανάκτηση των απαιτητικών αγορών,
Επειδή η θεσμοθέτηση
ενός επίσημου φορέα ταξινόμησης βάμβακος στη χώρα μπορεί να συμβάλει στα:
1.
Ταξινόμηση
και τυποποίηση του συνόλου του παραγόμενου προϊόντος με σύγχρονες και
αξιόπιστες μεθόδους και μέτρηση όλων των ποιοτικών χαρακτηριστικών.
2.
Ταχεία
πληροφόρηση των ενδιαφερομένων για την ποιότητα και την αξιόπιστη τοποθέτησή
του στη διεθνή αγορά.
3.
Δημιουργία
βάσης δεδομένων για τα αποτελέσματα της ταξινόμησης και ανάπτυξης της σύνδεσης
του κέντρου με τους χρήστες των αποτελεσμάτων (έμποροι, εκκοκκιστικές
επιχειρήσεις, νηματουργία και αγορές).
4.
Παροχή
τεχνικής υποστήριξης υψηλής ποιότητας.
5.
Δημιουργία
ενός συστήματος πληροφόρησης για την ποιότητα μεταξύ των παραγωγών,
εκκοκκιστικών επιχειρήσεων και της βιομηχανίας.
Επειδή στα ξεκάθαρα
ερωτήματα που σας θέσαμε περιμένουμε ξεκάθαρες και εθνικά ωφέλιμες αποφάσεις,
Επανερωτάται ο
κ. Υπουργός:
1.
Ποιες
οι προθέσεις της Κυβέρνησης, για τη θεσμοθέτηση του Κέντρου Ποιοτικού Ελέγχου
Ταξινόμησης και Τυποποίησης Βάμβακος Θεσσαλίας, ως επίσημου φορέα ταξινόμησης
του προϊόντος για τη χώρα;
2.
Προτίθεται
το Υπουργείο να καθιερώσει στην παραγωγή και την αγορά βάμβακος, εθνικό
πρόγραμμα ελέγχου ποικιλιών (παρόμοιο με το Εθνικό Πρόγραμμα Ελέγχου Ποικιλιών
των Η.Π.Α.) για την επαναφορά της άριστης ποιότητας στη βαμβακοκαλλιέργεια με
άμεση επίπτωση στην περαιτέρω ενδυνάμωση της καθετοποίησης της παραγωγικής
διαδικασίας στη χώρα και την αποκατάσταση της αίγλης και του κύρους του κλάδου
διεθνώς;
Αθήνα,
01 Φεβρουαρίου 2013
ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια γίνονται για ενημέρωση των αναγνωστών μας. Η ευθύνη των σχολίων, αστική και ποινική, βαρύνει τους σχολιαστές.